Συμπαραγωγή
POMEGRANATE FILMS 2, ΕΚΚ ,ΕΡΤ, ALATAS FILMS, AUTHORWAVE
πρόκειται να ολοκληρωθεί το 2024.
ΘΟΛΟΣ ΒΥΘΟΣ / ΙΔΕΑ
Το σενάριο, είναι ελεύθερη διασκευή δύο αυτοβιογραφικών βιβλίων του συγγραφέα Γιάννη Ατζακά, που έχουν τίτλους «Διπλωμένα Φτερά» και «Θολός Βυθός» (Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2009) των Εκδόσεων Αγρα.
Τα βιβλία αυτά πραγματεύονται ένα ιστορικό θέμα αφού πρόκειται για την αληθινή ιστορία του συγγραφέα, που γεννημένος το 1941 στην Θάσο, ορφανός από μητέρα και γιος αντάρτη, μεγαλώνει από το 1949 ως το 1955 στις Παιδοπόλεις που είχαν ιδρυθεί και οργανωθεί από τον Έρανο Προνοίας Βορείων Επαρχιών Ελλάδος υπό την υψηλή προστασία της Βασίλισσας Φρειδερίκης.
Το θέμα της ταινίας: Το θέμα αφορά στην παιδική ηλικία του Γιάννη, που όντας από τα 8 ως τα 13 τρόφιμος στις Παιδοπόλεις της Φρειδερίκης επηρεάζεται από την ψυχροπολεμική προπαγάνδα που του ασκείται χάνοντας στην ουσία τον εαυτό του και την ταυτότητά του. Έγκλειστος για 6 χρόνια μέσα στα ιδρύματα, νιώθει εγκαταλελειμμένος και βασανίζεται από μύχιες ανησυχίες σχετικά με την πολιτική ταυτότητα του πατέρα του. Μόνο όταν πια ενηλικιώνεται, επαναπροσδιορίζει την ύπαρξή του και τις πολιτικές του ιδέες βρίσκοντας έτσι την δύναμη να συναντήσει τον πατέρα του, που ήταν μονίμως απών, πρώτα γιατί ήταν αντάρτης στο βουνό και ύστερα γιατί ήταν πολιτικός πρόσφυγας στην Βουλγαρία.
ΘΟΛΟΣ ΒΥΘΟΣ – ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο Γιάννης Αρχοντής -το Γιαννούδι- το 1949 είναι οκτώ χρονών. Ορφανός από μητέρα και με απόντα πατέρα, αντάρτη στο βουνό, ζει με την γιαγιά του και τον παππού του στο χωριό του, στην Θάσο, μέσα στην θαλπωρή και την αγάπη του φτωχικού αγροτικού κόσμου. Οι κίνδυνοι και η δυστυχία του εμφυλίου πολέμου αλλά κυρίως η πίστη της Γιαγιάς Βενετιάς ότι πρέπει το εγγόνι της να μάθει γράμματα για να ζήσει μια καλύτερη ζωή από την δική της, την οδηγούν, εκείνη την χρονιά, να εμπιστευτεί το αγαπημένο της Γιαννούδι στις οργανωμένες Παιδοπόλεις της Βασίλισσας Φρειδερίκης.
Το Γιαννούδι , κυριολεκτικά σαν αθώο πρόβατο, ακολουθεί το κοπάδι των παιδιών με τα οποία έχει κοινή μοίρα. Χάνει την ψυχή του μέσα στον “φιλικό-εχθρικό” κόσμο των ορφανοτροφείων και μη ξέροντας, καν, αν είναι ζωντανός ή νεκρός ο πατέρας του, μπερδεύει τελείως τα αισθήματα που έχει για αυτόν. Πότε τον φαντάζεται σαν φωτεινό καβαλάρη/σωτήρα του, και πότε σαν αιμοβόρο “συμμορίτη”/βρικόλακα. Επηρεασμένος από την ψυχροπολεμική προπαγάνδα που καλλιεργείται στις Παιδοπόλεις, διώχνει από το μυαλό του την σκέψη ότι ο πατέρας του είναι αντάρτης και εύχεται να είναι στρατιώτης του Εθνικού Στρατού. Η νοσταλγία που νιώθει στην αρχή γι’ αυτόν, για την γιαγιά του, τον παππού του και το χωριό του, σιγά σιγά εξαφανίζεται και αντικαθίσταται από ντροπή και απαξίωση για τον ζεστό και αγαπημένο παλιό κόσμο. Όλα αυτά τα αισθήματα του προκαλούν ενοχές και μεγάλα ψυχικά μπερδέματα.
Καστρί, Καλή Παναγιά, Άγιος Δημήτριος, είναι οι Παιδοπόλεις όπου για 6 χρόνια βιώνει το Γιαννούδι όλες τις μύχιες αγωνίες του. Τον παρακολουθούμε βήμα βήμα στην διάρκεια αυτών των ετών να αποκτάει κάποιους φίλους, να προοδεύει σιγά σιγά και στα μαθήματα και να νιώθει τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Το προπαγανδιστικό σύστημα όμως δουλεύει τόσο μεθοδικά και αποτελεσματικά ώστε το παιδί φτάνει να φαντασιωθεί ότι αποκεφαλίζει τον πατέρα του και ότι προσφέρει το κεφάλι του στην αγαπημένη του ομαδάρχισσα την οποία έχει ερωτευθεί.
To 1955, το Γιαννούδι υποχρεώνεται να εγκαταλείψει την Παιδόπολη εξ’ αιτίας της ‘ανεπαρκούς βαθμολογίας’ του. Περιθάλπεται από τους θείους του στην λιλιπούτεια παράγκα όπου ζουν μαζί με τις πέντε κόρες τους, στην Θεσσαλονίκη. Εκεί, μετά από τόσα χρόνια στην πλασματική πραγματικότητα των Ιδρυμάτων, το παιδί έρχεται ξανά σε επαφή με τον αληθινό κόσμο. Ξανά-γνωρίζει την φτώχεια που είχε ξεχάσει, μαθαίνει πρωτόγνωρα πράγματα και νοήματα για την ζωή και ακούει για τον πατέρα του αυτά που αποφεύγει να σκεφτεί. Ένας καθρέφτης στον τοίχο της παράγκας -αντικείμενο άγνωστο σ’ αυτόν, αφού ήταν ανύπαρκτο είδος στις Παιδοπόλεις- αντανακλά το ανήσυχο, φοβισμένο και μπερδεμένο πρόσωπό του. Είναι 13 ετών.
Το 1957 καταφθάνει στην παράγκα της Θεσσαλονίκης η γιαγιά από το χωριό. Γεμάτη λαχτάρα και χαρά φέρνει χαρμόσυνα νέα στον εγγονό της. Έφτασε σημείωμα του πατέρα του από την Βουλγαρία! Είναι Ζωντανός! Η αντίδραση του Γιάννη είναι άγχος, ταραχή και απώθηση. Όταν το βλέμμα του πέφτει στον καθρέφτη βλέπει πίσω από το δικό του πρόσωπο το κομμένο κεφάλι του πατέρα του καρφωμένο σε ένα παλούκι. Κι όταν κοιτάζει για δεύτερη φορά τον καθρέφτη βλέπει ότι το δικό του πρόσωπο έχει αντικατασταθεί από το πρόσωπο του πατέρα του. Τρομοκρατημένος, μπερδεμένος και θυμωμένος σπάει τον καθρέφτη σε χίλια κομμάτια.
Το 1975, ο Γιάννης, τώρα 35 ετών, αφού έχει κάνει στρατό επί χούντας σε δυσμενή μετάθεση ως γιος αριστερού που έχει γίνει και ο ίδιος πια αριστερός, και αφού έχει σπουδάσει, παντρευτεί, αποκτήσει παιδί, ταξιδεύει στην Βάρνα της Βουλγαρίας για να επισκεφθεί για πρώτη φορά τον πατέρα του. Η συνάντηση στον σταθμό του τρένου είναι φορτισμένη, αμήχανη , συγκινημένη, ενοχική και λυπημένη. Έχουν ο καθένας τον κόσμο του. Κανένας από τους δύο δεν φαίνεται να έχει προσδοκίες και ελπίδες για τα πολιτικά συστήματα στα οποία ζουν.
Στο σπίτι του πατέρα συνεχίζεται η αμήχανη ψυχρότητα μεταξύ τους. Αλλά την νύχτα ενώ ο Γιάννης προσπαθεί να κοιμηθεί, ο πατέρας βρίσκει τo μπλοκάκι με τις σημειώσεις που κρατάει ο Γιάννης για ένα βιβλίο που γράφει. Όντας αγράμματος υποχρεώνει τον γιό του να του διαβάσει αποσπάσματα. Ο Γιάννης αρνείται αλλά τελικά υποκύπτει στην θερμή παράκληση αλλά και το αυταρχικό αίτημα του πατέρα. Και τότε συντελείται στην ουσία μια ηθελημένη / αθέλητη εξομολόγηση…
Το πρώτο βήμα προς την μεταξύ τους επικοινωνία…
ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Το “παιδομάζωμα” και οι Παιδοπόλεις της Βασίλισσας
Από τα κείμενα της Τασούλας Βερβενιώτη στα βιβλία:
Η Δεκαετία του 1940 (εκδόσεις Μέλισσα)
Στη διάρκεια του Ελληνικού εμφυλίου πολέμου (1946-1949) οι δύο αντιμαχόμενοι στρατοί συγκέντρωσαν και μετακίνησαν παιδιά από τις εστίες τους . Οι κυβερνητικές δυνάμεις τα μετέφεραν στις Παιδοπόλεις, οι οποίες είχαν ιδρυθεί από τον «Έρανο της Πρόνοιας Βορείων Επαρχιών της Ελλάδος υπό την υψηλήν προστασίαν της Α.Μ. της Βασιλίσσης»
Ο Δημοκρατικός Στρατός μετέφερε παιδιά έξω από τα σύνορα της χώρας, σε Παιδοπόλεις των ανατολικών χωρών.
Τα παιδιά που μετακινήθηκαν στην ουσία και «σώθηκαν» και «απήχθησαν».
Σώθηκαν γιατί προφυλάχθηκαν από τους βομβαρδισμούς και σιτίστηκαν καλύτερα απ’ όσα έμειναν στα χωριά τους και πολλά από αυτά μορφώθηκαν.
Απήχθησαν όμως με την έννοια ότι και τα δύο στρατόπεδα ήθελαν να τα εκπαιδεύσουν σύμφωνα με τα δικά τους πιστεύω, να τα εγκλωβίσουν στον δικό τους κόσμο. Να προπαγανδίσουν την πολιτική τους.
Η προστασία που τους παρείχαν ήταν τόση ώστε το «καλό» του προστατευόμενου να ταυτίζεται με το «καλό» του προστάτη.
Όσο βέβαιο είναι ότι πολλοί γονείς δεν ήθελαν να αποχωριστούν τα παιδιά τους, άλλο τόσο βέβαιο είναι ο τι αρκετοί τα έδωσαν οικειοθελώς.
ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Τον Ιούνιο του 2009,
μία φίλη, η Κλαίρη Μιτσοτάκη με κάλεσε
στην παρουσίαση του βιβλίου Θολός Βυθός του Γιάννη Ατζακά.
Δεν ήξερα τίποτα τότε για τον συγγραφέα, το βιβλίο και για το θέμα των Παιδοπόλεων.
Μέσα από μία εξαιρετική παρουσίαση της συγγραφέως Κλαίρης Μιτσοτάκη, της ιστορικού Riki van Boeschoten και του φιλόλογου Παναγιώτη Μουλά πήραμε, όσοι ήμασταν εκεί, μια απολύτως σφαιρική εικόνα του ιστορικού πλαισίου της αφήγησης, και του χαρακτήρα που περιγράφεται στο βιβλίο.
Μετά μίλησε ο συγγραφέας Γιάννης Ατζακάς που είναι ο αληθινός πρωταγωνιστής της αυτοβιογραφικής ιστορίας του.
Ήταν εντυπωσιακό να ακούς αυτόν τον άνδρα να μιλάει για την ζωή του και το έργο του. Ήταν αυθεντικά αμήχανος και διέκρινες ίχνη μιας ερμητικά κλειστής μνήμης και κάποιων καταπιεσμένων τραυμάτων που παλεύει να απελευθερώσει και να θεραπεύσει μέσα από το γράψιμο.
Παρόλο που μεγάλωσα σε εντελώς διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον και σε κατοπινότερη εποχή, ένιωσα μια παράξενη συνάφεια με τον Γιάννη Ατζακά. Ίσως γιατί την εφταετία της χούντας έτυχε να πηγαίνω στο σχολείο και ο σκοταδισμός και τα ιστορικά ψεύδη που μας μάθαιναν τότε ήταν περίπου ταυτόσημα με την προπαγάνδα που γινόταν μέσα στις μετεμφυλιακές Παιδοπόλεις.
Η ιδέα να γυρίσω μια ταινία βασισμένη στo βιβλίo του Γιάννη Ατζακά
καρφώθηκε στο μυαλό μου αμέσως γιατί πέρα από τον ελκυστικό τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας μεταφέρει τις εμπειρίες του και την αφέλεια της παιδικής του σκέψης, συνειδητοποίησα ότι η προστασία των παιδιών είναι πολύ συχνά μία συγκάλυψη για την εκμετάλλευση της αθωότητάς τους.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα που δυστυχώς εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και σήμερα.
Καθώς ερευνούσα το θέμα, ανακάλυψα πολλές παρόμοιες ιστορίες από όλο τον κόσμο, σε διαφορετικές εποχές και καταστάσεις.
Εμπνευσμένη και σοκαρισμένη από τα ευρήματά μου, έκανα στις αρχές του 2022 ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο
ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΙ το οποίο αποτελείται από μαρτυρίες ξεριζωμένων παιδιών που έγιναν αντικείμενα εκμετάλλευσης σε διάφορα μέρη του κόσμου και σε διαφορετικές ιστορικές στιγμές.
Αυτό το ντοκιμαντέρ είναι για μένα το ιστορικό συμπλήρωμα της ταινίας ΘΟΛΟΣ ΒΥΘΟΣ.
Η ταινία ΘΟΛΟΣ ΒΥΘΟΣ
θα μπαινοβγαίνει συνεχώς στο παρελθόν, στο παρόν, στο όνειρο και στην φαντασίωση του κεντρικού ήρωα έτσι ώστε να καταγραφεί, η σκέψη, η κατάσταση ψυχής και η διαδρομή ζωής του παιδιού που ξεριζώθηκε από το φυσικό του περιβάλλον και μετατοπίστηκε σε έναν κόσμο επιβεβλημένο όπου χειραγωγούνται οι ιδέες, οι στοχασμοί και οι επιθυμίες.
Όλα στην ταινία θα αντικατοπτρίζουν την κατάσταση μυαλού και την ψυχολογία του κεντρικού μας ήρωα.
Pomegranate Films 2 and Eleni Alexandraki
are in pre-production since 2022 for the film
GIANNIS IN THE CITIES
The film is a co-production of
Pomegranate Films 2, GFC, ERT, Alatas Films and Authorwave
The film is to be completed in 2024.
The script is a free adaptation of two autobiographical books by the author Giannis Atzakas, entitled “Diplomena Ftera” and “Tholos Vythos” State Literature Prize 2009, published by Agra Publications.
These books deal with an historical subject since they are the true story of the author, born in 1941 in Thassos. Orphaned by his mother and son of a partisan, he grew up from 1949 to 1955 in the Child Care Cities that were founded and organized by the “Welfare Fund of the Northern Provinces of Greece under the high protection of her Majesty the Queen Frederica”.
The theme of the film is about the childhood of Giannis who from the age of 8 to 13 is an inmate in the Child Care Cities. He is influenced there by the Cold War propaganda that is practiced on him. He essentially loses his soul and his identity. Confined for 6 years inside these institutions, he feels abandoned and is tormented by obscure thoughts about his father’s political identity. It is only after he comes of age that he redefines his existence and his political ideas, finding the strength to meet his father, who was permanently absent, first because he was a mountain guerrilla and then because he was a political refugee in Bulgaria.
GIANNIS IN THE CITIES – SYNOPSIS
In 1949 towards the end of the Greek Civil War, Giannis Archontis – nick named Giannoudi – is eight years old. Orphaned by his mother and with an absent father, a mountain guerrilla, he lives with his grandmother and grandfather in his village, in Thassos, in the warmth and love of the poor rural world. The dangers and misery of the civil war, but above all Grandma Venetia’s conviction that her grandchild must learn to read and write in order to live a better life than hers, lead her, that year, to entrust her beloved Giannoudi to the organized Child Care Cities of Queen Frederica.
Giannoudi, literally like an innocent sheep, follows the flock of children with whom she shares a common fate. He loses his soul in the “friendly-hostile” world of the orphanages and, not even knowing whether his father is alive or dead, he completely confuses his feelings for him. Sometimes he imagines him as his bright rider/rescuer, and sometimes as a bloodthirsty “bandit”/vampire. Influenced by the Cold War propaganda practiced in the Childs Care Cities, he denies the thought of his father being a rebel and wishes he were a soldier in the National Army.
The nostalgia he feels for him at first, for his grandmother, his grandfather, and his village, slowly disappears and is replaced by shame and disdain for the warm and loving old world. All these feelings cause him guilt and great mental confusion.
Kastri, Kali Panagia, Agios Dimitrios, are the Child Care Cities where for 6 years Giannoudi experiences all his intimate anxieties. We follow him step by step during these years as he makes some friends, slowly progresses in his studies and feels the first love sparks. But the propaganda system works so methodically and effectively that the child comes to imagine that he is beheading his father and offering his head to his favourite team leader whom he has fallen in love with.
-In 1955, Giannoudi is forced to leave the Children’s Town because of his ‘poor grades’. So he is taken under the wings of his uncles at the shanty town where they live with their five daughters in Thessaloniki. There, after so many years in the fictitious reality of the institutions, the child comes back into contact with the real world. He reacquaints himself with the poverty he had forgotten, learns new things and meanings, and hears about his father what he avoids thinking about. A mirror on the wall of the shanty – an object unknown to him, since it was a non-existent species in the Child Care Cities – reflects his anxious, frightened and confused face.
He is 13 years old.
In 1957, the grandmother from the village arrives in the shanty town of Thessaloniki. Full of longing and joy, she brings joyful news to her grandson. A note from his father arrived from Bulgaria! He is alive! Giannis’ reaction is anxiety, fear, and repulsion. When his eyes fall on the mirror, he sees behind his own face the severed head of his father nailed to a stake. And when he looks in the mirror a second time, he sees that his own face has been replaced by his father’s face. Terrified, confused, and angry, he smashes the mirror into a thousand pieces.
In 1975, Yannis, now 35 years old, after having served in the army under the junta in an unfavorable transfer as the son of a leftist who has now become a leftist himself, and after having studied, married, and had a child, travels to Varna, Bulgaria, to visit his father for the first time. The meeting at the train station is charged, awkward, emotional, guilty, and sad. They each have their own world. Neither seems to have any expectations or hopes for the political systems in which they live.
In the father’s house the awkward coldness between them continues. But at night while Giannis is trying to sleep, the father finds a notebook with the notes for a book his son is writing. Being illiterate, he forces him to read passages to him. Giannis refuses but eventually succumbs to the father’s fervent request and authoritarian demand. And then a willful/unwilling confession takes place…
The first step towards communication between them…
BRIEF HISTORICAL INFORMATION
The “children collection” and the Queen’s Child Care Cities
From the writings of Tasoula Verveniotis in the books:
During the Greek Civil War (1946-1949) the two warring armies gathered and moved children from their homes.The government forces transferred them to the Child Care Cities, which had been established by the “Welfare Fund of the Northern Provinces of Greece under the high protection of the her Magesty the Queen”.
The Republican Army transported children outside the country’s borders, to children’s homes in the eastern countries.
The children who were moved were in fact both “rescued” and “kidnapped”.
They were saved because they were sheltered from the bombing and fed better than those left in their villages and many of them were educated.
But they were abducted in the sense that both camps wanted to educate them according to their own beliefs, to imprison them in their own world.
To propagate their politics.
The protection they provided was such that the “good” of the protected had to be the “good” of the protector. As certain as it is that many parents did not want to be separated from their children, it is equally certain that many gave them away willingly.
DIRECTOR’S NOTE
In June 2009, a friend, Claire Mitsotaki invited me to the presentation of the book THOLOS VYTHOS by Giannis Attzakas.
I knew nothing then about the author, the book, and the Child Care Cities.
Through an excellent presentation by the author, Claire Mitsotaki, the historian Riki van Boeschoten and the philologist Panagiotis Moulas, those of us who were there got a completely global picture of the historical context of the narrative, and of the character described in the book.
Then the author Giannis Atzakas, who is the real protagonist of his autobiographical story, spoke. It was impressive to hear this man talk about his life and work.
He was genuinely uncomfortable, and you could see traces of a hermetically sealed memory and some repressed traumas that he struggles to release and heal through writing.
Although I grew up in a completely different social environment and in a later era, I felt a strange affinity with Giannis Atzakas. Perhaps because I happened to go to school during the seven years of the junta and the obscurantism and historical lies we were taught back then were almost identical to the propaganda that was going on inside the post-civil war Child Care Cities.
The idea of making a film based on Giannis Atzakas’ book immediately caught my eye, because in addition to the seductive way in which the author transmits his experience and the naivety of his childish thinking, I realized while reading it that the protection of children is too often the cover for the exploitation of their innocence.
This is an extremely serious issue that is unfortunately still relevant today. While researching the subject I discovered many similar stories from around the world, in different times and situations.
Inspired and shocked by my findings, I made a documentary at the beginning of 2022 called UPROOTINGS which is composed of testimonies of uprooted and exploited children from different parts of the world and different historical periods.
For me this documentary acts as a historical complement to my fiction film.
The film GIANNIS IN THE CITIES will constantly go in and out of the past, present, dream and fantasy of the main character in order to record the thoughts, the state of mind and the life journey of the child who is uprooted from his natural environment and displaced in an imposed world, where ideas, thoughts and desires are manipulated.
The indeterminate space, the mixing of black and white and color, the shooting angles and the movements of the camera will reflect his psychology.
Pomegranate Films 2 et Eleni Alexandraki
sont en pré-production depuis 2022 pour le film
GIANNIS DANS LES VILLES.
Le film est une coproduction de
Pomegranate Films 2, du GFC, de ERT, de Alatas Films et de Authorwave
il serra terminé en 2024
GIANNIS DANS LES VILLES / IDÉE
-Le scénario est une adaptation libre de deux livres autobiographiques de l’auteur Giannis Atzakas, intitulés “Diplomena Ftera” et “Tholos Vythos”
Prix national de littérature 2009, publiés par Agra Publications.
Ces livres traitent d’un sujet historique puisqu’il s’agit de l’histoire vraie de l’auteur, né en 1941 à Thassos, orphelin de mère et fils de partisan, qui a grandi de 1949 à 1955 dans les Villes d’Enfants qui ont été fondées et organisées par le
« Fonds d’Aide Sociale des Provinces du Nord de la Grèce sous la haute protection de la reine Frederica ».
– Le thème du film traite de l’enfance de Giannis, qui, étant resté interne de 8 à 13 ans dans les foyers pour enfants de la reine Frederica, il est influencé par la propagande de la guerre froide qui y est pratiquée, perdant son âme et son identité. Incarcéré pendant 6 ans au sein de ces institutions, il se sent abandonné et tourmenté par d’obscures pensées quant à l’identité politique de son père. Ce n’est qu’après sa majorité qu’il arrive à redéfinir son existence et ses idées politiques, trouvant enfin la force de rencontrer son père, qui fut toujours absent, d’abord parce qu’il était parti lutter dans des montagnes, et puis parce qu’il était réfugié politique en Bulgarie.
Pomegranate Films 2
GIANNIS DANS LES VILLES- SYNOPSIS
– En 1949, vers la fin de la guerre civile Grecque, Giannis Archontis – surnommé Giannoudi – a huit ans. Orphelin de sa mère et avec un père toujours absent puisque il est partisan luttant dans les montagnes, le garçon vit avec sa grand-mère et son grand-père dans son village, à Thassos, dans la chaleur, l’amour, et la pauvreté du monde rural. Les dangers et la misère de la guerre civile, mais surtout la conviction de grand-mère Venetia que son petit-enfant doit apprendre à lire et à écrire afin de vivre une vie meilleure que la sienne, la conduisent, cette année-là, à confier son cher Giannoudi aux Villes d’Enfants organisées par la reine Frederica.
-Giannoudi, littéralement comme un mouton innocent, suit le troupeau d’enfants avec lesquels il partage un destin commun. Il perd son âme dans le monde “amical-hostile” des orphelinats et, ne sachant même pas si son père est vivant ou mort, il confond complètement ses sentiments pour lui. Parfois, il l’imagine comme son cavalier/sauveur lumineux, et parfois comme un “bandit”/vampire assoiffé de sang. Influencé par la propagande de guerre froide cultivée dans les villes d’enfants, il chasse de son esprit l’idée que son père était un rebelle et souhaite être un soldat de l’armée nationale. La nostalgie qu’il ressent au début pour lui, pour sa grand-mère, son grand-père et son village, disparaît peu à peu et est remplacée par la honte et le mépris de l’ancien monde chaleureux et aimant. Tous ces sentiments lui causent de la culpabilité et une grande confusion mentale.
-Kastri, Kali Panagia, Agios Dimitrios, sont les villes d’enfant où pendant 6 ans Giannoudi vit toutes ses agonies intimes. Nous le suivons pas à pas pendant ces années, alors qu’il se fait des amis, progresse lentement dans ses études et ressent les premières impulsions amoureuses. Mais le système de propagande fonctionne de manière si méthodique et efficace que l’enfant en vient à imaginer qu’il décapite son père et offre sa tête à son chef d’équipe préféré dont il est tombé amoureux.
-En 1955, Giannoudi est contraint de quitter la ville des enfants en raison de ses “mauvaises notes”. Il déménage chez ses oncles dans le bidonville où ils vivent avec leurs cinq filles à Thessalonique. Là, après tant d’années dans la réalité fictive des institutions, l’enfant reprend contact avec le monde réel. Il se familiarise à nouveau avec la pauvreté qu’il avait oubliée, il apprend de nouveaux sens, et il entend parler de son père auquel il veut de plus en plus éviter de penser. Un miroir sur le mur de la bicoque ou ils vivent- un objet inconnu pour lui, puisqu’il s’agissait d’une espèce inexistante dans les Villes d’ Enfants – reflète son visage anxieux, effrayé et confus. Il a 13 ans.
-En 1957, la grand-mère du village arrive dans le bidonville de Thessalonique. Pleine de nostalgie et de joie, elle apporte de joyeuses nouvelles à son petit-fils. Un mot de son père est arrivé de Bulgarie ! Il est vivant ! La réaction de Giannis est l’anxiété, l’agitation et la répulsion. Lorsque ses yeux tombent sur le miroir, il voit derrière son propre visage la tête coupée de son père clouée à un pieu. Et lorsqu’il se regarde une seconde fois dans le miroir, il voit que son propre visage a été remplacé par celui de son père. Terrifié, confus et en colère, il brise le miroir en mille morceaux.
-En 1975, Giannis, maintenant âgé de 35 ans, après avoir servi dans l’armée sous la junte dans une mutation défavorable en tant que fils de gauchiste devenu lui-même gauchiste par la suite, et après avoir étudié, s’être marié et avoir eu un enfant, se rend à Varna, en Bulgarie, pour rendre visite à son père pour la première fois. La rencontre à la gare est chargée, maladroite, émotionnelle, coupable et triste. Ils ont chacun leur propre monde. Ni l’un ni l’autre ne semble avoir de grandes espérances pour les systèmes politiques dans lesquels ils vivent.
-Dans la maison du père, la froideur maladroite entre eux continue. Mais la nuit, alors que Giannis essaie de dormir, le père trouve le cahier contenant les notes de son fils sur un livre qu’il écrit. Étant analphabète, il l’oblige à lui lire des passages. Giannis refuse mais finit par succomber à la demande fervente et à l’exigence autoritaire du père. Et c’est alors qu’une confession volontaire ou involontaire a lieu… Le premier pas vers la communication réelle entre eux.
©Pomegranate Films 2
BRÈVE INFORMATION HISTORIQUE
Le “collecte des enfants” et les villes des enfants de la Reine
D’après les écrits de Tasoula Verveniotis dans les livres :
Les années 1940 (Éditions Melissa).
Reconstruction-Guerre Civile-Restauration 1945-1952 (Éditions Vivliorama).
Pendant la guerre civile grecque (1946-1949), les deux armées opposantes ont rassemblé et déplacé les enfants de leurs maisons.
Les forces gouvernementales les ont transférés dans les Villes d’Enfants, qui avaient été fondées par le “Fonds d’aide sociale des provinces du Nord de la Grèce sous la haute protection de sa Majesté la Reine”.
L’armée républicaine ont transporté les enfants hors des frontières du pays, aux foyers pour enfants dans les pays de l’Est.
Les enfants qui ont été déplacés ont en fait été à la fois “sauvés” et “kidnappés”.
Ils ont été sauvés parce qu’ils étaient à l’abri des bombardements et mieux nourris que ceux restés dans leurs villages et que certains d’entre eux ont reçu une éducation.
Mais ils ont été enlevés dans le sens où les deux camps voulaient les éduquer selon leurs propres croyances, les emprisonner dans leur propre monde. Pour propager leur politique. La protection qu’ils offraient était telle de façon à ce que le “bien” des personnes protégées fut identique au “bien” du protecteur.
Certes, de nombreux parents furent séparés de force de leurs enfants, mais il est également certain que plusieurs d’entre eux les donnèrent de leur plein gré.
NOTE DE LA REASATRICE
En juin 2009, une amie, Clairi Mitsotaki, m’a invitée à la présentation du livre « THOLOS VYTHOS » de Giannis Atzakas.
À l’époque, je ne connaissais pas l’auteur, le livre,
et j’ignorais presque ce qu’étaient les Villes d’Enfants.
Grâce à une excellente présentation de l’écrivaine Clairi Mitsotaki, de l’historien Riki van Boeschoten et du philologue Panagiotis Moulas, ceux d’entre nous qui étaient présents ont pu se faire une idée absolument globale du contexte historique du récit et du personnage décrit dans le livre.
Puis l’auteur Giannis Atzakas, qui est le véritable protagoniste de son histoire autobiographique, a pris la parole. C’était impressionnant d’entendre cet homme parler de sa vie et de son travail. Il était sincèrement mal à l’aise et on pouvait voir les traces d’une mémoire hermétiquement fermée et de certains traumatismes refoulés qu’il s’efforce de libérer et de guérir par l’écriture.
Bien que j’aie grandi dans un environnement social complètement différent et à une époque plus tardive, j’ai ressenti une étrange affinité avec Giannis Atzakas. Peut-être parce que je suis allé à l’école pendant les sept années de la junte, et que l’obscurantisme et les mensonges historiques qu’on nous enseignait alors étaient presque identiques à la propagande qui se déroulait à l’intérieur des Villes d’Enfants.
L’idée de réaliser un film à partir des livres de Giannis Atzakas s’est immédiatement gravé dans mon esprit parce qu’en dehors de la manière attrayante avec laquelle l’auteur transmet ses expériences et la naïveté de ses pensées d’enfant j’ai réalisé que la protection des enfants est très souvent une couverture pour exploiter leur innocence.
Il s’agit d’un problème extrêmement grave qui est malheureusement toujours d’actualité.
En recherchant le sujet j’ai découvert de nombreuses histoires similaires du monde entier, à des époques et des situations différentes.
Inspirée et choquée de mes découvertes, j’ai réalisé au début 2022 un documentaire intitulé
DÉRACINEMENTS
qui est compose de témoignages d’enfants déracinés qui ont été exploitées
dans différentes parties du monde et à différents moment historiques.
Ce documentaire est pour moi comme le complément historique de mon film de fiction.
Dans GIANNIS DANS LES VILLES
qui est l’adaptation libre du livre de Giannis Atzakas, l’histoire va faire un « va et vient » perpétuel entre le passé, le présent, le rêve et à la fantaisie du personnage principal afin d’enregistrer les pensées, l’état d’esprit et le parcours de l’enfant déraciné de son environnement naturel et implanté dans un monde imposé où les idées, les pensées, et les désirs y sont manipulés.
Un espace indéterminé, un mélange du noir et blanc et de couleur, les angles de prise de vue et les mouvements de la camera reflèteront l’état d’esprit et la psychologie du personnage principale.
©Pomegranate Films 2